- γιασεμί
- Φυτό που ανήκει στην οικογένεια των ελαιιδών (δικοτυλήδονα). Η επιστημονική ονομασία του είναι ίασμος ο ευοσμότατος. Έχει λευκά άνθη με δυνατό άρωμα, από τα οποία βγαίνει το γιασεμόλαδο. Τα άνθη του σχηματίζουν επάκριους κορύμβους πάνω σε αποξυλωμένους, λείους και ραβδωτούς βλαστούς. Τα φύλλα του έχουν 3-5 γυαλιστερά φυλλάρια με φωτεινό πράσινο χρώμα, ωοειδή και λογχοειδή. Το γ. κατάγεται από την Ασία και την τροπική και υποτροπική Αφρική. Το γένος περιλαμβάνει πολυάριθμα είδη, που σε ορισμένες περιοχές είναι αυτοφυή.
Το γ. που είναι γνωστό ως χιώτικο καλλιεργείται στην Ελλάδα για καλλωπιστικούς σκοπούς και τελευταία για την εξαγωγή αιθέριου ελαίου (παραθαλάσσια περιοχή Βελίκη Μεσσήνης). Διαδεδομένο επίσης στη χώρα μας, και κυρίως στα Επτάνησα, είναι το μπουγαρίνιφούλι, θάμνος με λευκά αρωματικά άνθη, που καλλιεργείται σε γλάστρες. Ο ίασμος ο φαρμακευτικός, με λευκά άνθη, και ο ίασμοςο γυμνανθής, με πρώιμα κίτρινα άνθη, είναι δύο είδη που αντέχουν στο κρύο και καλλιεργούνται για καλλωπιστικούς σκοπούς.
Το μοναδικό γ. της ελληνικής χλωρίδας, αυτοφυές σε ξηρούς, πετρώδεις και επικλινείς τόπους, είναι το γιάσμινο το θαμνώδες, με φύλλα απλά ή τρίφυλλα και άνθη κίτρινα, εύοσμα.
To γιασεμί είναι καλλωπιστικό φυτό· από τα άνθη του εξάγεται ένα αιθέριο έλαιο.
* * *τοβοτ. κν. ονομασία ειδών τού γένους ίασμος*.[ΕΤΥΜΟΛ. Δάνεια λ. < τουρκ. yasemin < (περσ.) jasᾱmin].
Dictionary of Greek. 2013.